Δήμητρα Γαλάνη: Ο Χατζηγιάννης είναι πραγματικά άξιος. Δεν είναι καλλιτέχνης της μόδας.

Μια σπουδαία καλλιτέχνις σε μια απολαυστική συνέντευξη στο DownTown που κυκλοφορεί.
Δήμητρα Γαλάνη: Ο Χατζηγιάννης είναι πραγματικά άξιος. Δεν είναι καλλιτέχνης της μόδας.



Το ταλέντο είναι να κάνεις επιτυχία το ενδιαφέρον και το ουσιαστικό. Εκεί είναι η δυσκολία. Και η Δήμητρα Γαλάνη ανήκει σ’ αυτούς που τα κατάφεραν για παραπάνω από 4 δεκαετίες. Και το επίτευγμά της; Κάθε νέα δουλειά της να δείχνει μοντέρνα και να μας αφορά. Πώς; Το ξάστερο μυαλό είναι το υπέρτατο όπλο της. 

ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΝΟ ΖΟΓΚΑ

Συναντιόμαστε στο σπίτι της, στον Κεραμεικό. Καθόμαστε στο γραφείο της που είναι γεμάτο από ανοιχτά CD, βιβλία, κομπιούτερ και μουσικά όργανα. Σου εμπνέει την οικειότητα ταυτόχρονα με τον θαυμασμό και την περιέργεια. Η Δήμητρα δεν ρετουσάρει την πραγματικότητα, δεν λειαίνει τις αιχμηρές γωνίες, έχει επίγνωση, αλλά, το κυριότερο, έχει απίστευτη αισιοδοξία για τα πράγματα. Και, επιπλέον, δεν σε αφήνει να μείνεις στην επιφάνεια. Ετοιμάζει τη νέα δουλειά της που θα παρουσιάσει στο Gazzarte με, εντός εισαγωγικών, άγνωστα κομμάτια. Αυτή είναι και η αφορμή για τη συνέντευξη. 

Έχεις άγνωστα κομμάτια; 
Σαφώς και έχω. Αν όχι άγνωστα, λιγότερο γνωστά. Έχω τραγουδήσει πάνω από 1.000 τραγούδια. Πάντως εδώ, για την παράσταση του Gazzarte, έχω διαλέξει κομμάτια αγαπημένα που δεν τα έχω τραγουδήσει πολύ. Θα σου εξηγήσω τι εννοώ. Από τον δίσκο Παλίρροια, π.χ., το μεγάλο hit είναι το Δεν είσαι εδώ, όμως το Και σε αγαπώ ήταν επίσης ένα πολύ καλό τραγούδι που το έχει αγαπήσει ο κόσμος αλλά δεν το έλεγα συχνά. Όπως στον δίσκο Φως, το πιο γνωστό κομμάτι είναι το Δυο μέρες μόνο, αλλά υπάρχει και το Στο Πάτωμα τα Ρούχα σου Αδειανά, που έχει επίσης πάρα πολλούς φίλους. Φωτίζω ξανά κατά κάποιον τρόπο αυτά τα τραγούδια μου στο πρώτο μέρος του προγράμματος στο Gazarte. Μου δίνεται έτσι η ευκαιρία να ανανεώσω ηχητικά αυτό το υλικό, γιατί τα τελευταία χρόνια συνεργάζομαι με μια εξαιρετική ομάδα μουσικών. Έχω την τιμή να με συνοδεύουν αυτοί οι άνθρωποι που παίζουν μουσική με μοναδικό τρόπο. Η δουλειά γίνεται λοιπόν συλλογικά. Φτιάχνουμε το πρόγραμμα και στήνουμε ενορχηστρωτικά τα κομμάτια, που έτσι τελικά αποκτούν μια άλλη φρεσκάδα. 

Και επιλέγεις και τον Μιχάλη Χατζηγιάννη να συνεργαστείτε μετά από χρόνια. 
Ναι, ο Μιχάλης Χατζηγιάννης θα είναι φέτος ο καλεσμένος μου. Με τον Μιχάλη αισθάνομαι σαν να υπάρχει μια συγγένεια μεταξύ μας. Μια συγγένεια που είναι σαν να έρχεται από παλιά. Παράξενα πράγματα αυτά, μια και είναι πολύ νεότερός μου. Είναι ένας εξαιρετικός μουσικός και αγαπώ πολλά απ’ τα τραγούδια του. Θεωρώ ότι έχει γράψει καλή pop, όπως κι εγώ έχω γράψει, πιστεύω, καλή pop. Ας πούμε, το Τράβα Σκανδάλη, αλλά και άλλα. Έτσι στο δεύτερο μέρος του προγράμματος γίνεται ένα Παιχνίδι για Δύο, όπως λέει και το τραγούδι των Χατζηνάσιου/Νικολακοπούλου. Νομίζω ότι τώρα που επιστρέφει ο Μιχάλης σε μια πιο ώριμη φάση της καριέρας του, ο κόσμος πρέπει να εστιαστεί ακόμα περισσότερο στην αξία του ως μουσικού. Γιατί είναι πραγματικά άξιος. Δεν είναι καλλιτέχνης της μόδας, παρόλο που πέρασε από αυτήν τη φάση. Θεωρώ ότι είναι διαχρονικός. 

Τι κάνει ένα τραγούδι διαχρονικό; 
Νομίζω τη διαχρονικότητα στο τραγούδι τη δίνει σε πολύ μεγάλο βαθμό ο στίχος. Είναι πολύ σοβαρό ο στίχος να εννοεί πράγματα που πάντα έχουν λόγο να ακουστούν. Θεωρώ καθήκον, σε εμάς που δόθηκαν τόσο σπουδαία τραγούδια, να τα ανακαλούμε κάθε τόσο κι έτσι να περνούν στις νεότερες γενιές, γιατί υπάρχει πραγματικά πολύ άξιο και χρήσιμο υλικό. Τα ΜΜΕ δυστυχώς περιορίζουν το υλικό και λίγο-πολύ παίζονται τα ίδια και τα ίδια. Έτσι ο κόσμος στην πορεία χάνει σπουδαία τραγούδια. 

Σαφώς. Περισσότερα μέσα, περισσότερη πληροφορία. 
Μακάρι να ήταν έτσι. Εδώ είναι περισσότερα μέσα με σχεδόν την ίδια πληροφορία. Όλοι λοιπόν ψάχνουν για το επόμενο, το καινούργιο, χωρίς να έχουν δώσει όλο το χρήσιμο υλικό. Έτσι ο κόσμος δεν προλαβαίνει να αφομοιώσει τα τραγούδια. 

Εντάξει, αλλά σε τέτοιες εποχές ονόματα σαν το δικό σου γίνονται πιο κλασικά. 
Σ’ ευχαριστώ γι’ αυτό που λες, με τιμά. Επειδή λοιπόν εγώ είμαι παλιάς κοπής, κουβαλάω στη μνήμη μου πράγματα εξαιρετικά χρήσιμα που, πίστεψέ με, δεν είναι καθόλου παλιά, Είναι πάντα φρέσκα και αυτό το αποδεικνύει και η επικοινωνία που έχω με τα νέα παιδιά. Είναι ένα διαφορετικό αξιακό σύστημα που η γενιά μου το είχε, όχι επειδή ήμασταν πιο έξυπνοι, αλλά ήταν διαφορετικοί οι ρυθμοί και παρατηρούσαμε τους μεγάλους δασκάλους μας. Τώρα στη ζωή μας υπάρχει μια βιασύνη. Η βιασύνη όμως φέρνει και βιαιότητα και δεν αφήνει τους ανθρώπους να βιώσουν τα πράγματα και τα συναισθήματά τους. Η βιασύνη φέρνει τη βιαιότητα του χρόνου και συνήθως οδηγεί σε λάθος επιλογές. 

Πάντως εσένα, κατά κάποιον τρόπο, σε ανακαλύπτουν οι νέες γενιές. 
Ισχύει αυτό που λες. Ας πούμε, το ντουέτο που έκανα κάποια στιγμή με τον φίλο μου τον Παύλο Σιδηρόπουλο στο τραγούδι Η Ώρα του Stuff. Δεν ήταν γνωστό ότι ήμουν εγώ που τραγουδούσα μαζί του. Τότε οι εταιρείες δεν έδιναν τον ένα καλλιτέχνη σε άλλη εταιρεία και λέω στον Παύλο, ας το βγάλουμε, και βάλε στον δίσκο αντί για το όνομά μου «μια ωραία άγνωστη». Αυτή την πληροφορία, ότι δηλαδή τραγουδούσα εγώ, την ανακάλυψαν οι πιτσιρικάδες μόνοι τους και αυτό μου άρεσε πάρα πολύ. Το να μη χρειαστεί να πω εγώ τίποτα και κάποιοι να μπαίνουν στη διαδικασία να ψάξουν για να μάθουν για μένα, το θεωρώ ιδιαίτερα τιμητικό. Σημαίνει ότι κάτι τους κάνει να το ψάξουν λίγο παραπάνω. Επειδή το κάνουν από μόνοι τους, σημαίνει αυτομάτως ότι δεν τους βίασα την επιλογή. Και επειδή στη διάρκεια αυτής τη πορείας τόλμησα να κάνω και πράγματα που για την εποχή ήταν αρκετά προχωρημένα μουσικά, οι νεότερες γενιές τα ανακάλυψαν αργότερα.

Γενικά δεν βιάζεις τα πράγματα. Τα κάνεις και τα αφήνεις στο κοινό να αποφασίσει πώς θα τα διαχειριστεί. 
Μάλλον οφείλεται στο ότι έχω πολύ καλή σχέση με τον χρόνο και με τον κόσμο. Και αυτό γιατί ξεκίνησα με υλικό που έχει αντοχή στον χρόνο και δίπλα σε μουσικούς όπως τον Μούτση, τον Ξαρχάκο, τον Χατζιδάκι, τον Λοΐζο, τον Σπανό και τον Χατζηνάσιο, που αυτοί πραγματικά δεν βιαζόντουσαν. Άνθρωποι με άλλες επιλογές, άλλες απόψεις για τη μουσική και εγώ αυτό το έχω κρατήσει. Τώρα που ζούμε λοιπόν την ψηφιακή καταιγίδα, αρχίζουμε πάλι να αναζητάμε αυτές τις απόψεις και τις πρακτικές. Όπου όλα γίνονταν με φυσικούς τρόπους και όρους. Φυσικά και πραγματικά. Το ευχάριστο είναι ότι ο κόσμος ξαναγυρίζει στον αναλογικό τρόπο. Την εποχή του streaming, ανεβαίνει το βινύλιο. Αυτό είναι ένα πολύ αισιόδοξο μήνυμα που έρχεται από τους νέους. Ψάχνουν διαφορετικά, να ανακαλύψουν μόνοι τους τι τους ταιριάζει και όχι ό,τι τους επιβάλλεται από τις διάφορες πολυεθνικές. 

Διάβασα ότι πιστεύεις πως όλο και περισσότερο αναζητούμε την πνευματικότητα; 
Κακά τα ψέματα, αυτό μας λείπει και το έχουμε πραγματικά ανάγκη. Μια άλλη συνείδηση του εαυτού μας και του περιβάλλοντός μας, μια πνευματική διάσταση πέρα από την ύλη.

Μα τώρα για πολλούς η ζωή είναι θέμα επιβίωσης, χωράει η πνευματικότητα; 
Τώρα είναι επιτακτική η ανάγκη της πνευματικότητας όσο κι αν φαίνεται πολυτέλεια. Η ανάγκη να αναπνεύσεις πέρα από τις υποχρεώσεις, τα δάνεια και τους λογαριασμούς είναι πολύ βαθύτερη αυτήν τη στιγμή. Η ζωή δεν είναι υποχρεώσεις. Ή, τέλος πάντων, δεν είναι μόνον αυτό, είναι κάτι περισσότερο. Σαφώς μας στέρεψε την αισιοδοξία η κοινωνικοπολιτική κατάσταση, οι οικονομικές δυσκολίες μας άδειασαν, αλλά η ζωή συνεχίζεται πέρα από όλα αυτά, και το να δεις προς τα μέσα σου σε κάνει να δεις τα πράγματα σε βάθος χρόνου, πιο σφαιρικά, γιατί τώρα βλέπουμε μόνο τις άκρες τους. Η πνευματικότητα σε βάζει σε δράση. Σε κάνει πιο συνειδητοποιημένο άνθρωπο. Να καταλάβεις ότι μόνο αν αλλάξεις εσύ μέσα σου θα αλλάξουν και όλα γύρω σου. Αυτό, κατά κάποιον τρόπο, σε απελευθερώνει. Γιατί σου μαθαίνει να μην εξαρτάται η ευτυχία σου από πράγματα και καταστάσεις αλλά μόνο από σένα. Από σένα και από τους ανθρώπους που έχει επιλέξει να αγαπάς και να τιμάς.

Ναι, σαφώς. Καθαρίζουν τα μάτια, ξεθολώνει το μυαλό. 
Ξέρεις, κάποιοι μελλοντολόγοι συζητούν για μια κοινωνία πολύ καλύτερη από τη σημερινή, αλλά αφού περάσουμε ένα απίστευτο σοκ. Αυτή θα είναι μια κοινωνία που θα έχουμε την πολυτέλεια να έχουμε περισσότερο χρόνο για μας, γιατί η τεχνολογία θα μας βοηθάει. Προς το παρόν η τεχνολογία, ως επί το πλείστον, χρησιμοποιείται εναντίον μας δυστυχώς. Γιατί ο άνθρωπος έχει γίνει σκλάβος, της και όχι αφέντης της. Ας ευχηθούμε να έρθει σύντομα αυτή η μελλοντική κοινωνία, γιατί νιώθω ότι είμαστε τώρα στη φάση του σοκ. Πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα ορίσουμε τα πράγματα και θα μας επιτραπεί τότε να γυρίσουμε στην πνευματικότητα, αρκεί να μην έχουμε χάσει την επαφή μας με το παρελθόν. Να μην έχουμε χάσει δηλαδή τη μνήμη μας. 

Τι ρόλο παίζει η μνήμη; 
Τον μεγαλύτερο, κατά τη γνώμη μου. Αν δεν υπάρχει η μνήμη, δεν υπάρχει ούτε παρόν ούτε μέλλον. Πρέπει κάθε τόσο να ανατρέχεις στο παρελθόν, όχι με αναστολές αλλά με προσοχή και σεβασμό για ό,τι άξιο έχει γίνει, ώστε να παίρνεις κάποιον μπούσουλα, αλλιώς δεν έχεις μέλλον. Ακόμα και για τα λάθη. Αν δεν μάθεις από τα λάθη του παρελθόντος, θα τα επαναλάβεις. Αν δεν το κάνεις αυτό, βρίσκεσαι σε σύγχυση και σε θολούρα και καταρρέουν όλα. Ορυμαγδός δηλαδή.

Εσύ πώς έχεις σωθεί από τον ορυμαγδό;
Γιατί πρώτα απ’ όλα δεν αγνόησα το παρελθόν. Το έψαξα, το μελέτησα κι έτσι πορεύτηκα. Και το έκανα βίωμα και πράξη. Αυτό μου επέτρεψε να μπορώ να κοιτώ στο μέλλον. Κι έτσι ήρθε και η επαφή μου με το νέο, με το καινούργιο. Είναι τόσο μεγάλη η ανάγκη μου να μαθαίνω και να έχω ένα φρέσκο κοίταγμα στα πράγματα. Δεν μπορώ να κάτσω ήσυχη μόνο με αυτά που έχω και ξέρω. Θέλω κι άλλα, κι άλλα. Έτσι λοιπόν, από τους νεότερους θα δω τα πράγματα με νέα μάτια. Αλλά βλέπω και τον εαυτό μου μέσα από τα μάτια τους. Περιστοιχίζομαι από νέους ανθρώπους. Και όταν λέω νέους, δεν εννοώ μόνο ηλικιακά, αλλά νέους και στην ψυχή και στο πνεύμα. Νέος, με την έννοια ότι δεν συμβιβάζεται με την ευκολία. Είμαι ιδιαίτερα ευτυχής, λοιπόν, γιατί συναναστρέφομαι με νέους μουσικούς. Πιστεύω ότι ένας άνθρωπος που ψάχνεται στη μουσική, στην τέχνη του, ψάχνεται και στη ζωή του γενικότερα. Και αυτό είναι εξέλιξη. Η εξέλιξη σού εξασφαλίζει και τη νεότητα.

Τι άλλο στην εξασφαλίζει; 
Η γνώση και η διάκριση. Να μπορείς να διακρίνεις τι είναι καλό και τι δεν είναι και να μπορείς να το στηρίζεις μέσα από τη γνώση που αποκτάς. Και η τέχνη στο παρέχει αυτό. Δηλαδή το να μαθαίνεις και να έχεις κριτήριο.

Καλά, ζήσαμε και τις εποχές του χρηματιστηρίου, εποχές τρομερής ευμάρειας που θολώνουν το κριτήριο. 
Νομίζω ότι από το 2000 και μετά άρχισε ένας καλπασμός προς το απίστευτο, στην ουτοπία και στη μούφα, και σαφώς είχαμε μια τελείως διαστρεβλωμένη άποψη για το τι θέλαμε να έχουμε και το τι έπρεπε να έχουμε. Απλωθήκαμε, παίρναμε δάνεια που μας σέρβιραν ακόμη και για να πάμε διακοπές, και δεν υπολογίσαμε ότι θα έρθει κάποια στιγμή ο τοκογλύφος.

Αλλά εσύ, κατά κάποιον τρόπο, δεν μάσησες. Δηλαδή στον Κεραμεικό μένεις, δεν πήρες μια βίλα σε κάποιο προάστιο.
Κατ’ αρχάς, μ’ αρέσει το κέντρο, αλλά και ποτέ δεν μου άρεσε να κάνω πράγματα που δεν μπορώ να κάνω ή δεν μπορώ να υποστηρίξω αργότερα. Και αυτό είναι κάτι που το έχω μάθει απ’ το σπίτι μου. Είχα μια μάνα και έναν πατέρα που έκαναν ακριβώς αυτό που μπορούσαν. Δεν είχαν ποτέ βλέψεις για περισσότερο από αυτό που μπορούσαν κι έτσι αυτό το χαρακτηριστικό το κληρονόμησα και είναι στη φύση μου. Ήθελα επίσης την ελευθερία μου από τέτοιου είδους υποχρεώσεις, ώστε να μπορώ να κάνω αυτό που θέλω με όσο γίνεται λιγότερους συμβιβασμούς. 

Φαντάζομαι θα είχες και προτάσεις με μεγάλα κασέ εκείνη τη περίοδο.
Σαφώς και είχα προτάσεις με υψηλές αμοιβές από συγκεκριμένους χώρους, αλλά τα κριτήριά μου ήταν άλλα. Νομίζω ότι έχω πει περισσότερα όχι στη διαδρομή μου παρά ναι. Ξεκίνησα πολύ νέα στο τραγούδι και επιδίωξα να ακούω ανθρώπους που είχαν μεγάλη σοφία. Αυτοί μου δίδαξαν πώς να μάθω να λέω όχι. Και είναι κάτι που θα το πρότεινα στους νέους. Να μάθουν να ακούνε. Μπορεί να διαφωνείς, να αντιδράς, να λες τώρα τι μου λέει αυτός, όπως έκανα κι εγώ νεότερη κάποια στιγμή, αλλά όλα μου ήρθαν μπροστά μου. Θυμάμαι μόνιμα τον Χατζιδάκι που μου έλεγε «να προσέχεις και να εξασκηθείς στο να λες όχι. Είσαι πολύ καλή και οφείλεις να προστατέψεις το ταλέντο σου». Τσαντιζόμουν τότε όταν μου το έλεγε, αλλά σιγά σιγά κατάλαβα τι εννοούσε εκείνος ο φοβερός δάσκαλος. Πρέπει να αντιλαμβάνεσαι την αξία σου και να μη σπαταλιέσαι. Στην αρχή πας με το ένστικτο. Όσο προχωράς όμως, αντιλαμβάνεσαι ποιος είσαι και τι κάνεις. Εκεί πρέπει να είσαι προσεκτικός και να μην παρασύρεσαι στις ευκολίες σου. Άρα χρειάζεται σκέψη και λιγότερη παρόρμηση. Δυστυχώς η παρόρμηση είναι χαρακτηριστικό του λαού μας. Περισσότερο δουλεύουμε με το συναίσθημά μας παρά με τη λογική. Αυτό πρέπει να το ισορροπήσουμε καλύτερα. Σαφώς όχι το ένα εις βάρος του άλλου. Δεν μπορεί να είναι όλα συναισθηματικά. Τα πράγματα έχουν μια λογική και έτσι αποκτούμε καλύτερη σχέση με την πραγματικότητα. Άρα μπορούμε έτσι να διαμορφώνουμε και άποψη. 

Πάντως ανήκεις στις προσωπικότητες με άποψη. 
Μα δεν γίνεται αλλιώς. Αν δεν έχεις άποψη ώστε να αγωνίζεσαι γι’ αυτό και δεν βάζεις στόχους, δεν γίνεται τίποτα. Και αυτό πάλι το έμαθα παρατηρώντας αυτούς τους μεγάλους και σημαντικούς ανθρώπους που είχα την τύχη να βρω στον δρόμο μου. Όταν, ας πούμε, με φώναζε ο Τσιτσάνης και μου έλεγε «τραγούδησε αυτό» του απαντούσα «θα τα καταφέρω;» μου έλεγε «και βέβαια θα τα καταφέρεις, απλώς δεν το έχεις καταλάβει ακόμη». Αυτός άκουγε εμένα όπως εγώ δεν μπορούσα να ακούσω τον εαυτό μου. Και αυτό είναι και το νόημα του δασκάλου. Να έχει διαμορφωμένη άποψη και να σε οδηγεί σωστά σε καινούργια μονοπάτια. Οι δημιουργοί σού δίνουν το στίγμα, σε οδηγούν στον δρόμο που πρέπει να πάρεις. Είναι μεγάλο προνόμιο να μπορέσεις να δεις τον εαυτό σου μέσα από τα μάτια τους και να προχωρήσεις. Αν δεν το καταλάβεις, είσαι ο μόνος χαμένος.

Εσύ πώς είσαι αυτή την περίοδο; 
Αφοσιωμένη σε αυτό που κάνω και το θεωρώ μεγάλη ευλογία, προνόμιο, και ευγνωμονώ τον Θεό κάθε μέρα για το χάρισμα που μου έδωσε. Πάντα έχω στο μυαλό μου ότι οφείλω να το επιστρέφω με κάποιον τρόπο. Αυτό είναι το λιγότερο που έχω να κάνω. Είμαι τόσο βαθιά υποχρεωμένη στη ζωή και στον κόσμο αλλά κι εγώ αγωνίζομαι γι’ αυτό που μου έχει δοθεί. Είμαι μαχήτρια.

Η ευγνωμοσύνη λένε ότι είναι η ένδειξη ταπεινότητας.
Την έννοια της ταπεινότητας καμιά φορά τη σνομπάρουμε. Είναι και αυτή μια παρεξηγημένη λέξη. Ταπεινότητα σημαίνει σεβασμός αλλά και συνείδηση. Όσο ανθεί και μεγαλώνει αυτό που είσαι τόσο εσύ πρέπει να μικραίνεις και να λες «ευχαριστώ, Θεέ μου, γι’ αυτό που μου δόθηκε». Επειδή λοιπόν νιώθω βαθιά υποχρέωση στο χάρισμά μου, θέλω να του συμπεριφέρομαι με πολύ προσοχή και επιλεκτικότητα επιστρέφοντάς το. Αυτό θεωρώ ότι είναι καθήκον μου. 

Φαντάζομαι ότι πολλοί θα σου έχουν εκφράσει ευχαριστώ. 
Έρχονται άνθρωποι και μου λένε πως έχουν συνδυάσει τα τραγούδια μου με τη ζωή τους, με έρωτες, με χωρισμούς, απώλειες ή και χαρές και συγκινούμαι βαθιά. Είναι μαγικό να έχεις κάνει συντροφιά σε τόσους ανθρώπους, σε τόσο προσωπικές στιγμές. Κάθε φορά που το σκέφτομαι, αισθάνομαι δέος. Θυμάμαι με πολλή αγάπη τέτοια περιστατικά. Όπως κάποια στιγμή που ήρθε ένα παλικάρι και μου λέει «ξέρετε, το όνομά μου είναι Γαλανός». Του λέω «τι ωραία! Δεν το έχω ακούσει να λέγεται σαν μικρό όνομα» και μου λέει «ξέρετε γιατί με έβγαλαν έτσι; Οι γονείς μου έζησαν τον έρωτά τους μαζί με τα τραγούδια σας, κι έτσι μου έδωσαν το όνομά σας». Συγκινήθηκα τόσο βαθιά. Όπως και να το πεις, το ταλέντο είναι ευλογία. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να ξιπαζόμαστε. Μπορεί να φαίνεται ότι είναι δικό μας, αλλά δεν είναι. Είναι ευλογία. Και δεν εννοώ με τη θρησκευτική έννοια. Και το ταλέντο δεν είναι μόνο καλλιτεχνικό. Βρίσκεται σε όλα τα επαγγέλματα. Ένας χαρισματικός γιατρός, ένας χαρισματικός δημοσιογράφος, πολιτικός, ένας μάστορας γενικότερα, κάθε επάγγελμα πρέπει να γίνεται με μεράκι, αγάπη, ειλικρίνεια και ήθος. Υποκλίνομαι λοιπόν στον κάθε μάστορα στο είδος του. 

Έχεις σκεφτεί να τα παρατήσεις όλα και να φύγεις; 
Πολλές φορές και κατά καιρούς παίρνω αποστάσεις. Η μεγαλύτερη απόσταση που είχα πάρει ήταν δύο χρόνια που είχα πάει στο Παρίσι. Είχα ανάγκη να αποστασιοποιηθώ από πρόσωπα, πράγματα και καταστάσεις. Δισκογραφία έκανα, και μάλιστα ένας από αυτούς του δίσκους, οι Χαιρετισμοί, πήρε σάρκα και οστά εκεί, όταν συναντήθηκα με τον Μίκη Θεοδωράκη. 

Ξυπνάς νωρίς άκουσα.
Πάντα ξυπνάω νωρίς. Μου αρέσει η ημέρα. Δεν μπορώ παραπάνω από 6 συνεχείς ώρες ύπνου. Μόνο όταν ήμουν πολύ νέα δεν μου άρεσε πολύ η μέρα. Τότε που στα 20 μας κάναμε γλέντια που διαρκούσαν τρεις μέρες και γυρίζαμε κατάκοποι σπίτι και κοιμόμασταν για ένα 24ωρο.

Έχεις κάνει εσύ ξενύχτι τριών ημερών;
Έχω κάνει πολλά απ’ αυτά. Έχω αλητέψει αρκετά στη ζωή μου, και καλά. Το ευχαριστήθηκα, δεν στερήθηκα τη χαρά και το απαραίτητο ξόδεμα γι’ αυτό. Έγιναν δηλαδή και χαζομάρες και επιπολαιότητες, για τα οποία όμως δεν μετανιώνω γιατί δεν είμαι υπέρ της στέρησης και του μη. Θεωρώ όμως ότι αν θελήσεις να κάνεις κάτι, κάνε το στη σωστή ηλικία. Τέλος πάντων, εγώ έτσι έκανα και μετά μεγάλωσα, είδα ότι όλα αυτά δεν με αφορούν γιατί είναι μόνο φθορά και κουταμάρα και προχώρησα μπροστά. Πάντως δεν ήμουν ένας άνθρωπος κλεισμένος σε κουτί φοβικής απομόνωσης. Έχω ζήσει έντονα, αλλά είχα και ένα εσωτερικό μέτρο που με προστάτευε από το να μην κάνω υπερβολές. 

Στη νυχτερινή ζωή πολύ εύκολα χάνεται το μέτρο.
Ναι, είναι αλήθεια. Και για να την αντέξει κανείς χρησιμοποιεί το ποτό. Και δυστυχώς αυτό που παρατηρώ είναι ότι ο κόσμος έχει ανάγκη να πίνει ανεξέλεγκτα και αυτό να το θεωρεί γλέντι, διασκέδαση. Είναι σαν να θέλουν να αποφύγουν την πραγματικότητα. Δεν είναι καθόλου ευχάριστο αυτό.

Διάβασε όλη τη συνέντευξη στο Down Town που κυκλοφορεί κάθε Πέμπτη στα περίπτερα.

Φωτογραφίες: Νίκος Κατσαρός