Cabaret: Η ιστορία του θρυλικού musical στην Ελλάδα (και σπάνιες φωτογραφίες)

Στην Ελλάδα το Καμπαρέ ξεκίνησε τη θεατρική του πορεία το 1972 και πάντα γινόταν το talk of the town της πόλης.
Cabaret: Η ιστορία του θρυλικού musical στην Ελλάδα (και σπάνιες φωτογραφίες)



Όλη η θεατρική Αθήνα αυτή την περίοδο μιλάει για την παράσταση Καμπαρέ στο Παλλάς. Το έργο έχει ανέβει άλλες τέσσερις φορές στην Ελλάδα και διεκδικεί πια τον τίτλο του πιο πολυανεβασμένου musical στη χώρα μας. 

Από τον Πάνο Ζόγκα, για το περιοδικό DownTown
 

«Το ταλέντο είναι να κάνεις επιτυχία το ενδιαφέρον και το ουσιαστικό. Εκεί είναι η δυσκολία. Και το Καμπαρέ αυτό ακριβώς δίνει στους συντελεστές του. Τη δυνατότητα να κάνουν επιτυχία με κάτι πολύ σκοτεινό και παράξενο που μπορεί να προσφέρει μια ανεπανάληπτη θεατρική εμπειρία στον θεατή» είχε πει ο σκηνοθέτης Σαμ Μέντες που σκηνοθέτησε το Καμπαρέ δύο φορές στο Broadway. Στην Ελλάδα το Καμπαρέ ξεκίνησε τη θεατρική του πορεία το 1972 και πάντα γινόταν το talk of the town της πόλης.

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΚΑΜΠΑΡΕ 
Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΕ ΤΗN ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΡΙΑ ΣΕ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ  

Στο θέατρο Καλουτά της Πατησίων, η Μάρθα Καραγιάννη, το 1972, την ίδια χρονιά που βγαίνει στις αίθουσες και η ταινία, ανεβάζει το Καμπαρέ με τους Ντίνο Ηλιόπουλο, Κώστα Πρέκα και Κατερίνα Γιουλάκη. Στην ουσία είναι και το πρώτο αμερικάνικο musical που ανεβαίνει στην Ελλάδα. Τη σκηνοθεσία αναλαμβάνει ο Αλέξης Σολωμός. Όλα δείχνουν ιδανικά. Κι όμως, όλα πήγαν στραβά. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η πρωταγωνίστρια για πρώτη φορά στην καριέρα της αποφασίζει να επενδύσει όλα τα χρήματά της στην παραγωγή. Γίνεται επίσης και για πρώτη φορά θιασάρχης. Η ίδια θα γράψει στη βιογραφία της «Πίστευα ότι ένα τέτοιο έργο θα ήταν ό,τι καλύτερο να παρουσιαστεί στην ελληνική βερσιόν. Και αυτό ήταν καταστροφικό, γιατί είχα την ατυχία απέναντι από το θέατρο που παιζόταν το έργο να παίζεται η ταινία σε σινεμά. Το Καμπαρέ μού κόστισε τους κόπους μιας ζωής. Πίστευα πως αν ανέβαζα μια παράσταση υψηλής αισθητικής το κοινό θα ανταποκρινόταν. Είχα πάρει τους καλύτερους συντελεστές. Το θέατρο όμως δεν είναι αριθμητική, ένα κι ένα δεν κάνουν δύο».
Η παράσταση τελικά κατεβαίνει μέσα σε τρεις μήνες και αφήνει τη Μάρθα καταχρεωμένη. Από την άλλη, δεν το μετάνιωσε. «Είχαμε τεράστια καλλιτεχνική επιτυχία. Την προσπάθειά μου την αναγνώρισαν όλοι οι κριτικοί. Ίσως το κοινό δεν ήθελε να με δει στον ρόλο της καμπαρετζούς. Για εκείνους ήμουν το κορίτσι της διπλανής πόρτας. Καλοσυνάτη και αφελής στους ρόλους μου. Δεν μπορούσαν να με δεχτούν σαν τη Σάλι Μπόουλς». 
Από εκείνο το Καμπαρέ έχει μείνει ελάχιστο φωτογραφικό υλικό, ενώ θεωρείται ίσως η πιο ώριμη στιγμή της πρωταγωνίστριας. 

ΤΟ ΚΑΜΠΑΡΕ ΤΗΣ ΑΛΙΚΗΣ
ΟΤΑΝ Η ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΡΙΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΙΟ ΟΝΟΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΡΓΟ 

Είναι και το πιο διάσημο Καμπαρέ στο ελληνικό θέατρο. Και φυσικά έγινε από την Αλίκη Βουγιουκλάκη. Η πρώτη παράσταση έγινε στο θερινό θέατρο Άλσος, στο Πεδίο του Άρεως, το καλοκαίρι του 1978 και στον ρόλο του κομπέρ ήταν ο Δάνης Κατρανίδης. Τη σκηνοθεσία είχε αναλάβει ο Δημήτρης Ποταμίτης, τη μετάφραση ο Μάριος Πλωρίτης και τους στίχους ο Γιάννης Ξανθούλης. Η πρωταγωνίστρια φυσικά έκανε μια δικιά της Σάλι Μπόουλς, πιο λαμπερή, πιο χειραφετημένη, πιο εξωστρεφή από ό,τι απαιτούσε ο ρόλος. Στην παράσταση το ζευγάρι των ηλικιωμένων έπαιζαν ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος και η Δέσπω Διαμαντίδου. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Δέσπω είχε παίξει και στο Broadway τον ίδιο ρόλο, το 1968. «Εκείνο το καλοκαίρι, οι ουρές έξω από το θέατρο έκλειναν σχεδόν τη μισή λεωφόρο Αλεξάνδρας» θυμάται ο Δάνης Κατρανίδης. Η Νινέτα Λεμπέση, τότε παραγωγός του έργου, θυμάται: «Για την Αλίκη, το Καμπαρέ ήταν το έργο που κατά κάποιον τρόπο τη βοήθησε να αποτινάξει από πάνω της τον ρόλο της ανέμελης ενζενί που την ήθελε ο κόσμος. Έγινε πιο ερωτική, πιο μυστήρια, πιο ενήλικη και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο τον λάτρεψε αυτόν τον ρόλο» 
Το έργο ανεβαίνει και τον χειμώνα τη σεζόν 78-79 στο θέατρο Αλίκη και γίνεται μια από τις μεγαλύτερες θεατρικές επιτυχίες της πρωταγωνίστριας. Της δίνει, εκτός από γεμάτο ταμείο, και εξαιρετικές κριτικές. Φυσικά όμως η persona της πάντα υπερίσχυε του έργου και αποφασίζει να προσθέσει και δύο δικά της τραγούδια τα οποία αναλαμβάνει να γράψει ο Γιώργος Κατσαρός. «Τι βγαίνει αν κάθεσαι στη μοναξιά, έλα στο Καμπαρέ» τραγουδούσε η Αλίκη και από κάτω το κοινό σχεδόν υπνωτιζόταν. Το Καμπαρέ αποφασίζει να το μεταφέρει και στο σινεμά. Έτσι λοιπόν γυρίζεται το φιλμ με τίτλο Το Κορίτσι του Καμπαρέ, βασισμένο στην ταινία. Η ταινία μένει στο συρτάρι όταν οι ξένοι βάζουν βέτο ότι δεν μπορεί να βγει γιατί δεν έχουν δοθεί τα πνευματικά δικαιώματα από τον συγγραφέα και τους συνθέτες. Μερικές σκηνές από εκείνο το φιλμ εντάσσονται τελικά στο Κατάσκοπος Νέλλη. Όσο για την ομοιότητα με τη Liza Minnelli που τη συνέκρινε ο Τύπος, θα πει κατηγορηματικά σε συνέντευξή της στον Θησαυρό: «Η Minnelli φόρεσε μια μελαχρινή περούκα και ερμήνευσε τον ρόλο, δικαίωμά της. Από τότε έτσι τη μιμούνται όλες οι τραβεστί. Εγώ όμως κάνω θέατρο και δεν βρίσκω κανένα λόγο να τη μιμηθώ. Στόχος μου ήταν η σωστή παράσταση και αυτό μετράει περισσότερο. Έκανα μια υπερπαραγωγή, με τους καλύτερους συνεργάτες σε κάθε τομέα. Πρέπει να προσθέσω ότι τα τραγούδια αποδίδονται ζωντανά χωρίς playback, με μοναδικές μικροφωνικές εγκαταστάσεις τελευταίου τύπου και, τόσο από ερμηνευτικής όσο και από τεχνικής πλευράς, καταβάλαμε τις πιο έντονες προσπάθειες για το αρτιότερο αποτέλεσμα» Για πολλούς αυτό ήταν μια απάντηση στην παράσταση της Μάρθας Καραγιάννη. Ναι, η Αλίκη δεν ήθελε ποτέ να κατηγορηθεί ότι ανέβαζε ένα έργο μετά από κάποιαν άλλη πρωταγωνίστρια. 

ΤΟ ROCK ΚΑΜΠΑΡΕ 
Το 2003 στο θέατρο Βεάκη, η Νινέττα και ο Γιώργος Λεμπέσης ανεβάζουν το Καμπαρέ με την Εβελίνα Παπούλια και τον Άκη Σακελλαρίου. Μαζί τους, οι Αντιγόνη Γλυκοφρύδη, Τάσος Κωστής, Μάξιμος Μουμούρης, Άντα Λιβιτσάνου, σε μετάφραση και σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Αρβανιτάκη. Η Νταίζη Λεμπέση, κόρη του παραγωγού που συμμετείχε μας λέει: «Θυμάμαι τις ατέλειωτες ώρες που δούλευε εντός και εκτός σκηνής η Εβελίνα, την οντισιόν και που εξαιτίας του υψηλού επιπέδου των κοριτσιών δεν μπορούσαμε να διαλέξουμε. Θυμάμαι τη γενική δοκιμή που όλοι έκλαιγαν από συγκίνηση και περηφάνια. Θυμάμαι τον πατέρα μου να κάθεται στη γωνίτσα του, τελευταίο κάθισμα στον εξώστη και να κλαίει και να φωνάζει Μπράβο, όχι εύκολη λέξη για τον Λεμπέση. Θυμάμαι στο χορευτικό της Εβελίνας με τις καρέκλες, κατά τη διάρκεια των παραστάσεων, το κοινό που κυριολεκτικά την αποθέωνε». Η παράσταση δίνει μια rock σκληρή εκδοχή του έργου και θυμίζει περισσότερο συναυλία, με την ορχήστρα να μπερδεύεται με τους ηθοποιούς. Το έργο μεταφέρεται και στο club 22 της Αθήνας, όπου οι θεατές κάθονται σε τραπέζια, δίνοντας την αίσθηση ότι βρίσκονται και αυτοί μέσα σε ένα καμπαρέ.  

ΤΟ ΓΚΟΘΙΚ ΚΑΜΠΑΡΕ ΤΟΥ ΡΗΓΟΥ 
Ο Κωνσταντίνος Ρήγος το 2013 ανεβάζει τη δικιά του πιο γκόθικ εκδοχή του έργου στο Μέγαρο Μουσικής. Σάλι Μπόουλς είναι η Μαρία Ναυπλίωτου και στον ρόλο του κομπέρ ο Δημήτρης Λιγνάδης. Ο Κωνσταντίνος μας εξηγεί: «Όταν αποφάσισα να ασχοληθώ με το musical, το να ξεκινήσω με το Καμπαρέ ήταν για μένα κατά κάποιον τρόπο μονόδρομος. Ήταν μέσα στην προσωπική μου μυθολογία, το είχα δει παιδί με τη Liza Minnelli και είχα μαγευτεί. Είχα βρει πολλές αναφορές και στοιχεία που με άγγιζαν. Επίσης, εκτός από εξαιρετική μουσική και τραγούδια, είχε και μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία, με ένα δυνατό πολίτικό background που το κάνει μοναδικός στο είδος του. Είναι ένα πολύ δύσκολο θεατρικό έργο, γι’ αυτό και επέλεξα πρωταγωνιστές με μεγάλη εμπειρία. Η πρόθεσή μου ήταν να βγάλω τη χαρά του καμπαρέ, τη λάμψη και ταυτόχρονα τη σκληρή αγάπη και τα δύσκολα διαχρονικά πολιτικά μηνύματα. Ήταν σκοτεινή και γκόθικ η παράστασή μου, αλλά και ταυτόχρονα πολύ λαμπερή. Το καμπαρέ δεν είναι ούτε διδακτικό ούτε καλογυαλισμένο musical. Είναι μια περίεργη ιστορία που μπερδεύει τα πάντα». Το έργο γίνεται επιτυχία, παίρνει παράταση αλλά επειδή ήταν στο αυστηρό πρόγραμμα του Μεγάρου παίχτηκε μόνο για δύο μήνες. Οι κριτικές ήταν στα δυο άκρα. Ή εξαιρετικά ενθουσιώδεις ή υπερβολικά επιθετικές. 

ΤΟ ΚΑΜΠΑΡΕ ΤΟΥ ΚΟΜΠΕΡ 
Φέτος το Καμπαρέ ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Κώστα Χατζάκη στο θέατρο Παλλάς, με τον Τάκη Ζαχαράτο και την Τάμτα. Σε αυτή την εκδοχή πρωταγωνιστής είναι ο κομπέρ. Ο σκηνοθέτης βλέπει το musical μέσα από τα μάτια του με όλους τους άλλους δορυφόρους γύρω του. Λαμπερό και πλούσιο, το Καμπαρέ του Παλλάς ακολουθεί την κλασική συνταγή χωρίς παρεμβάσεις και υπερβολές στο ανέβασμα και πρόθεσή του είναι να προσφέρει ένα πλούσιο θέαμα περισσότερο mainstream και λιγότερο σκληρό. Άλλωστε, το έργο από μόνο του προσφέρεται στους σκηνοθέτες για πολλές διασκευές.   

ΚΑΜΠΑΡΕ ΤΟ MUSICAL
Η ιστορία του ξεκίνησε ως ένα διήγημα στο βιβλίο Βερολινέζικες Ιστορίες, του Κρίστοφερ Ίσεργουντ, συνέχισε ως θεατρικό με τίτλο I Am Camera, γραμμένο από τον Τζον Βαν Ντρούτεν, και με αυτόν τον τίτλο γυρίστηκε σε ταινία. Το έργο διασκευάστηκε σε musical από τον Τζον Κάντερ (μουσική) και τον Φρεντ Εμπ, δημιουργούς των Chicago, Fosse, Sweet Charity, και ανέβηκε για πρώτη φορά στο Broadway το 1966. Έγινε τεράστια επιτυχία με 8 βραβεία Τόνυ και από τότε μέχρι και σήμερα ανεβαίνει κάθε χρόνο. Ο Μπομπ Φόσι που σκηνοθέτησε την ταινία δέχτηκε να το κάνει εφόσον πριν είχαν αρνηθεί οι βετεράνοι του musical στο Hollywood Βινσέντε Μινέλι, Τζιν Κέλι και Στάνλεϊ Ντόνεν, λέγοντας πως είναι κάτι που δεν ξέρουν πώς να το αντιμετωπίσουν. Η ταινία κέρδισε 8 Oscar και χάρισε και το μοναδικό Oscar στην καριέρα της στη Liza Minnelli. 

INFO 
Τον Δάνη Κατρανίδη τον είδε η Αλίκη στο ντεμπούτο του στο Εθνικό Θέατρο και αμέσως του έκανε πρόταση για τον ρόλο του κομπέρ. 

Τον gay συγγραφέα, με τον οποίο έχει σχέση η Σάλι Μπόουλς, έχουν παίξει κατά σειρά εμφάνισης: Βαγγέλης Βουλγαρίδης, Νίκος Γαλανός, Φαίδων Γεωργίτσης, Γιώργος Νανούρης, Μάξιμος Μουμούρης και Ευθύμης Ζησάκης. 

Το έργο είναι περισσότερο επίκαιρο από ποτέ. Τώρα που βλέπουμε και ακούμε να ξεφυτρώνουν κάποιοι ονομαζόμενοι νεοναζί φοβάμαι Άλικη Βουγιουκλάκη 1978. 

«Η λέξη καμπαρέ είναι αλληγορική. Την εκφράζουν οι στίχοι “όλη μας η ζωή, ένα καμπαρέ με τέλος πικρό”». Αλίκη, 1878, στο περιοδικό Ταχυδρόμος. 

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΛΦΑΜΑΝΩΛΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΡΗΓΟΣ, ΑΡΧΕΙΟ ΛΕΥΤΕΡΗ ΛΑΜΠΡΑΚΗ